Τρίτη 12 Απριλίου 2011

Το ΔΝΤ , ο "ηθικός κίνδυνος" και η καθυστέρηση των φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων

Σήμερα στην Ελλάδα, αντιπαρατίθενται δύο σχολές σκέψης για το ρόλο του Μνημονίου. Από τη μια μεριά, η Αριστερά που παθαίνει αλλεργία με το Μνημόνιο γιατί φοβάται πως θα φέρει φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις στην κρατικίστικη ελληνική οικονομία . Από την άλλη, έχουμε τους σοσιαλφιλελεύθερους "εκσυγχρονιστές" που δεν σταματούν να υμνούν το Μνημόνιο, επειδή ελπίζουν πως , επιτέλους, θα επιβάλλει αυτές τις αλλαγές, για τις οποίες χρόνια μιλάμε αλλά οι ελληνικές κυβερνήσεις ποτέ δεν τόλμησαν να πραγματοποιήσουν. Όμως, όπως έχουμε ξαναγράψει (εδώ και εδώ) οι Έλληνες πολίτες που θέλουν να απελευθερωθεί η οικονομία από τα δεσμά του κρατισμού, έχουν πολλούς λόγους για να είναι επιφυλακτικοί με την παρέμβαση του ΔΝΤ (και της ΕΕ), επειδή στην πραγματικότητα δεν προωθεί αλλά εμποδίζει τις μεταρρυθμίσεις. Κάποια από τα μέτρα του Μνημονίου κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση (και κάποια άλλα, όπως η αύξηση της φορολογίας, είναι τόσο λάθος που μπορεί να ακυρώσουν και τις συνέπειες των θετικών μέτρων). Όμως ακόμη και αν το πρόγραμμα του Μνημονίου είχε μόνο θετικά σημεία, και πάλι θα υπήρχε πρόβλημα. Το βασικό πρόβλημα με τέτοιου είδους επεμβάσεις είναι ο "ηθικός κίνδυνος" που δημιουργούν. Τα δάνεια , με χαμηλότερα της αγοράς επιτόκια, ενθαρρύνουν τις κυβερνήσεις να συμπεριφερθούν ανεύθυνα αφού κάποιος άλλος θα επωμιστεί το κόστος των πολιτικών τους. Χωρίς την πίεση της αγοράς , και με διαθέσιμο κεφάλαιο από το ΔΝΤ, είναι επόμενο οι μεταρρυθμίσεις να καθυστερήσουν ή και να σταματήσουν . Στις επόμενες παραγράφους, θα δούμε κάποια παραδείγματα από προηγούμενες επεμβάσεις του ΔΝΤ (αφού η ΕΕ μόλις πέρσι μπήκε στο παιχνίδι της διάσωσης κρατών) που επιβεβαιώνουν τη θέση μας.

Οι υποστηρικτές του Μνημονίου απορρίπτουν τον "ηθικό κινδύνο" λογω των αυστηρών όρων που θέτει για να συνεχιστεί η καταβολή των δόσεων . Όμως η πραγματικότητα δεν επιβεβαιώνει αυτή την άποψη. Η Ρωσία είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα της αποτυχίας της θέσης πως τα δάνεια μπορούν να "αγοράσουν" φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις. Από το 1992 εως το 1997 η Ρωσία έπαιρνε φτηνά δάνεια από το ΔΝΤ, που άγγιζαν ή και ξεπερνούσαν τα 20 δισεκατομμύρια δολλάρια το χρόνο, με τον όρο να γίνουν οι απαραίτητες αλλαγές στην οικονομία . Όμως σε όλη τη δεκαετία η Ρωσία έμεινε πολύ πίσω σε σχέση με άλλες χώρες της Αν. Ευρώπης και η οικονομία διατήρησε , σε μεγάλο βαθμό , τις κρατικίστικες δομές της. Ήδη από το 1993 ο φιλελεύθερος πολιτικός Γκριγκόρι Γιαβλίνσκι έλεγε πως "οι νέες δυτικές πιστώσεις δεν είναι πια θεραπεία για τη Ρωσία, αλλά ένα φάρμακο που βοηθάει να κρατηθεί στη ζωή ένα άρρωστο σύστημα." Το αξιοσημείωτο είναι πως κάποιες μεταρρυθμίσεις γίνοταν μόνο κατά τις περιόδους που το ΔΝΤ , για να ασκήσει πίεση στην ρωσική κυβέρνηση, σταματούσε τη βοήθεια. Δυστυχώς όμως, με τις πρώτες μεταρρυθμίσεις, το ΔΝΤ ξανάρχιζε να καταβάλει τις δόσεις των δανείων και έτσι ο μεταρρυθμιστικός οίστρος των Ρώσων κυβερνώντων έπεφτε ξανά σε ύπνωση...

Τον Ιούλιο του 1998, και παρά τα τεράστια ποσά που η χωρα είχε εισπράξει από το ΔΝΤ, η Ρωσία βρίσκοταν στη δίνη μιας σοβαρής οικονομικής κρίσης. Η ρώσικη κυβέρνηση για να εισπράξει και αλλά 21 δισεκατομμύρια δολλάρια από το ΔΝΤ υποσχέθηκε πως θα πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα στον προϋπολογισμό της τουλάχιστον 3% του ΑΕΠ. Παρά την αποτυχία των προηγούμενων προγραμμάτων, το ΔΝΤ συμφώνησε και μάλιστα ο τότε γενικός υποδιευθυντής του , Stanley Fischer, δήλωνε βέβαιος πως "τα μέτρα του οργανισμού θα εφαρμοστούν στο ακέραιο". Όμως, μέσα στις επόμενες εβδομάδες η κυβέρνηση επέβαλε και άλλους κρατικούς ελέγχους στην οικονομία, αύξησε τις επιδοτήσεις στις μεγάλες εταιρείες , διέσωσε τράπεζες και , ακολουθώντας σε αυτό το σημείο τις συστάσεις του ΔΝΤ, αύξησε τη φορολογία. Η πρώτη δόση του δανείου, ύψους 4,8 δις, ξοδεύτηκε για να στηρχτεί το ρούβλι. Χωρίς αποτέλεσμα όμως. Τα κεφάλαια εγκατέλειψαν μαζικά τη χώρα, το νόμισμα υποτιμήθηκε και κηρύχθηκε στάση πληρωμών. Τον επόμενο χρόνο η οικονομία συρρικνώθηκε κατά 5%.

Φυσικά, η Ρωσία δεν είναι το μοναδικό παράδειγμα . Στο Μεξικό, τις δεκαετίες του '70 και του '80, αποτελούσε παράδοση στο τέλος κάθε προεδρικής θητείας να ξεσπάει και μια νομισματική κρίση που οφειλόταν στην ανεύθυνη νομισματική και οικονομική πολιτική των κυβέρνησεων . Κάθε κρίση συνοδεύοταν από διάσωση του ΔΝΤ, και μάλιστα κάθε φορά με όλο και μεγαλύτερα ποσά. Αφού οι κυβερνήσεις θεωρούσαν δεδομένη τη διάσωση , η ανεύθυνη πολιτική συνεχίζονταν και η μια κρίση ακολουθούσε την άλλη. Στη Νότια Κορέα, που δέχτηκε βοήθεια από το ΔΝΤ μετά την κρίση των ασιατικών οικονομιών το 1997, παρά τις υποσχέσεις για γρήγορη ιδιωτικοποίηση των κρατικών μονοπωλίων, οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις αναβάλλονταν συνεχώς . Δύο χρόνια μετά την ένταξη της χώρας στο μηχανισμό του ΔΝΤ, οι τράπεζες ελέγχονταν περισσότερο από την κυβέρνηση απ'ότι στην αρχή της κρίσης και τα τεράστια κρατικοδίαιτα καρτελ- τα "chaebol" -κυριαρχούσαν ακόμη στην οικονομία (όπως συμβαίνει και σήμερα, άλλωστε ) . Η ίδια καθυστέρηση στη φιλελευθεροποίηση της οικονομίας, σημειώθηκε και στην Ταϋλάνδη και στην Ινδονησία. Μάλιστα, για την περίπτωση της Ινδονησίας, της οποίας η κυβέρνηση υπέγραψε και παραβίασε διαδοχικές συμφωνίες με το ΔΝΤ, η απάντηση του οργανισμού , μέσω του Stanley Fischer , ήταν πως το Ταμείο "είναι πρόθυμο να δείξει ευελιξία". Εν τω μεταξύ στη χώρα άλλαξαν πολύ λίγα πράγματα. Όπως είπε ο φιλελεύθερος Ινδονήσιος οικονομολόγος Rizal Ramli : "Με την πτώση του Σουχάρτο θα περίμενες πως η επιρροή του Σουχαρτισμού θα εξασθενούσε. Αλλά δεν έγινε έτσι. Το παιχνίδι είναι το ίδιο, μόνο οι παίκτες έχουν αλλάξει". Και φυσικά , η αποτυχία της πολιτικής του Ταμείου είναι κάτι παραπάνω από φανερή στην Αργεντινή. Παρότι η χώρα δανείζοταν από το Ταμείο τα 35 από τα 41 χρόνια πριν το 2001 , η Αργεντινή δεν γλίτωσε την πτώχευση, αφού τα δάνεια αφαίρεσαν κάθε κίνητρο από την κυβέρνηση για να κάνει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις (Σχετικά άρθρα εδώ και εδώ)

Στη θεωρία, οι παρεμβάσεις του ΔΝΤ κρατούν λίγα χρόνια και έχουν σκοπό να βοηθήσουν μια χώρα να κάνει τις απαραίτητες αλλαγές στην οικονομία της . Όμως, στην πράξη , το ΔΝΤ, στη μακροχρόνια πορεία του, δημιούργησε χώρες εθισμένες και εξαρτημένες από τα δάνεια. Έντεκα κράτη λάμβάνουν βοήθεια από το ΔΝΤ για πάνω από 30 χρόνια, τριάντα δύο κράτη από 20 μέχρι 29 χρόνια και σαράντα ένα από 10 μέχρι 19 χρόνια. Στοιχεία που δείχνουν πως οι μεταρρυθμίσεις που πρότεινε το ΔΝΤ είτε δεν πέτυχαν, είτε δεν εφαρμόστηκαν καν. Μάλιστα, οι 10 από τις 15 χώρες που έλαβαν βοήθεια για πάνω από 25 χρόνια την περίοδο 1949-1989, ακόμη και το 1997 στοιβάζονταν στις τελευταίες θέσεις των παγκόσμιων δεικτών οικονομικής ελευθερίας. Όπως γίνεται φανερό, από τα παραδείγματα που αναφέραμε, η περίφημη αυστηρή επιτήρηση του ΔΝΤ προς τα κράτη-οφειλέτες είναι ένας μύθος. Η επιτροπή του Αμερικάνικου Κογκρέσσου που μελέτησε το 1998 τη λειτουργία του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας κατέληξε πως δεν υπάρχει καμια απόδειξη που να δείχνει πως οι όροι που θέτει το ΔΝΤ έχουν και συνέπειες στις πολιτικές που εφαρμόζουν τα κράτη. Κάτι τέτοιο δεν θα έπρεπε να μας προκαλεί έκπληξη. Όσο και αν δε θέλουν να το παραδεχτούν οι εγχώριοι φιλελεύθεροι υμνητές του, το ΔΝΤ δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια ακόμη δημόσια υπηρεσία και ως τέτοια έχει γραφειοκρατικό κίνητρο να δανείζει, για να δικαιολογήσει την ύπαρξη του. Αν οι χώρες πετυχαίνουν να εφαρμόσουν μεταρρυθμίσεις από μόνες τους, αυτό πολύ απλά θα καθιστούσε το ΔΝΤ άχρηστο και οι θέσεις των καλοπληρωμένων γραφειοκρατών του θα έμπαιναν σε κίνδυνο. Αυτή η συνήθεια του Ταμείου να συνεχίζει το δανεισμό ακόμη και όταν δεν υπάρχουν αποτελέσματα, κάνει την επιτυχία των όρων που θέτει ακόμη πιο αμφισβητήσιμη.

Τελικά, τα προγράμματα του ΔΝΤ αντί να προωθούν, καθυστερούν ή ματαιώνουν τις φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις , αυξάνουν ακόμη περισσότερο το χρέος και παρατείνουν βασανιστικά το χρόνο που χρειάζεται για την ανάκαμψη μιας οικονομίας. Την εναλλακτική λύση προβάλλει ο αναλυτής του "Cato Institute", Ian Vasquez : "Τα πακέτα διάσωσης του ΔΝΤ αποτρέπουν λύσεις , ανώτερες και λιγότερο ακριβές, που προέρχονται από την αγορά. Εάν δεν υπήρχε το ΔΝΤ , οι δανειστές και οι οφειλέτες θα έκαναν αυτό που κάνουν πάντα σε περιπτώσεις που δεν υπάρχει ρευστότητα και φερεγγυότητα : επαναδιαπραγματεύονται το χρέος ή μπαίνουν σε διαδικασίες πτώχευσης. Σε ένα κόσμο χωρίς το ΔΝΤ, και τα δύο μέρη θα είχαν κίνητρο να κάνουν κάτι τέτοιο γιατί η εναλλακτική λύση θα ήταν να τα χάσουν όλα (σ.σ. οι δανειστές τα χρήματά τους, οι οφειλέτες την πρόσβαση στις αγορές για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα). Οι απευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ των ιδιωτών και οι διαδικασίες πτώχευσης είναι απαραίτητες εάν θέλουμε ο καπιταλισμός να δουλέψει. Όπως έχει πει ο James Glassman "καπιταλισμός χωρίς χρεωκοπία είναι όπως ο χριστιανισμός χωρίς κόλαση". Τα πακέτα διάσωσης του ΔΝΤ, δυστυχώς, υποσκάπτουν έναν από τους πιο βασικούς πυλώνες μιας ελεύθερης οικονομίας ακυρώνοντας τους μηχανισμούς της αγοράς...Επίσης, οι κυβερνήσεις θα δρούσαν διαφορετικά εάν δεν υπήρχαν οι επεμβάσεις του ΔΝΤ. Θα υπήρχαν λίγες εναλλακτικές λύσεις πέρα από τις ευρείες και γρήγορες μεταρρυθμίσεις εαν οι κυβερνώντες δεν ήταν προστατευμένοι από την οικονομική πραγματικότητα...Φυσικά, πάντα θα υπάρχει η πιθανότητα μιας κυβέρνησης που θα είναι διστακτική να αλλάξει τις συνήθειες της κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Όμως αυτή η πιθανότητα είναι μεγαλύτερη, και μάλιστα έχει γίνει πραγματικότητα, με τα προγράμματα του ΔΝΤ".

Δυστυχώς, αυτή την πραγματικότητα φαίνεται να ζούμε και στην Ελλάδα. Ένα χρόνο μετά την υπογραφή του Μνημονίου οι μεταρρυθμίσεις έχουν κολλήσει, οι ιδιωτικοποιήσεις δεν έχουν αρχίσει καν, η απελευθέρωση των επαγγελμάτων έχει καταντήσει ανέκδοτο. Η κυβέρνηση , με την ασφάλεια που της δίνουν τα χρήματα του Μνημονίου , κάνει ότι μπορεί για να καθυστερήσει όποιες αλλαγές απειλούν τα θεμέλια του κρατικοδίαιτου συστήματος που η ίδια εξέθρεψε . Και παρόλα αυτά οι εκπρόσωποι της Τρόικας , αν και που και που εμφανίζονται δυσαρεστημένοι, δημόσια μας συγχαίρουν για την επιτυχία της εφαρμογής του προγράμματος και βέβαια συνεχίζουν να μας δίνουν τις δόσεις των δανείων. Όπως στη Ρωσία το 1998, όπως στην Αργεντινή το 2001...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου