Τετάρτη 30 Μαρτίου 2011

Η αντιπολεμική παράδοση του κλασσικού φιλελευθερισμού

Η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων φιλελεύθερων υποστηρίζει με πάθος την επέμβαση στη Λιβυή και μάλιστα προσπαθεί να μας πείσει πως πρόκειται για έναν πόλεμο που εξυπηρετεί φιλελεύθερα ιδανικά. Ίσως , λοιπόν, είναι ο καιρός να θυμηθούμε τις απόψεις των κυριότερων στοχαστών του κλασσικού φιλελευθερισμού του 19ου αιώνα για την εξωτερική πολιτική, ώστε να διαλυθούν κάποιες παρανοήσεις.

Σήμερα, ιδέες όπως η αντίθεση σε μια επεμβατική εξωτερική πολιτική, η αντίθεση στον ιμπεριαλισμό, στο μιλιταρισμό και στην αποικιοκρατία, η υποστήριξη της εθνικής αυτοδιάθεσης και της ειρηνικής επίλυσης των διακρατικών διαφορών, έχουν ταυτιστεί λίγο ή πολύ με την Αριστερά. Όμως όλα αυτά πρωτοδιατυπώθηκαν ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα, από φιλελεύθερους διανοούμενους. Σε έναν κόσμο, όπου ο οικονομικός μερκαντιλισμός κυριαρχούσε και οι συνεχείς πολεμικές συγκρούσεις μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών επιβάρυναν την ανερχόμενη αστική τάξη , οι ιδέες των φιλελεύθερων διανοητών βασίστηκαν σε δύο πυλώνες : πρώτον, την πίστη πως το ελεύθερο εμπόριο μπορεί να συμβάλει στην παγκόσμια ειρήνη και δεύτερον, την αντίθεση σε μια επεμβατική εξωτερική πολιτική (τα καθήκοντα του κράτους περιορίζονταν στην αμύνα ενάντια στην ξένη επίθεση) και κατ'επέκταση στην αντίθεση στους μόνιμους στρατούς και στις υψηλές στρατιωτικές δαπάνες. Ήδη από το 1776, ο Adam Smith έγραψε πως το οικονομικό κόστος της Βρετανικής Αυτοκρατορίας υπερβαίνει τα όποια οφέλη της (βλέπε Adam Smith "An Inquiry into the Nature and Causes of the Wealth of Nations, ed. Edwin M. Cannan, Chicago University Press, 1976, Volume Two, Book IV, Chapter VIII, p. 180)

Αυτός όμως που συστηματοποίησε αυτές τις ιδέες ήταν ο Άγγλος έμπορος, πολιτικός και συγγραφέας Richard Cobden και η φιλελεύθερη "Σχολή του Μάντσεστερ". Ο Cobden είναι αναμφισβήτητα ο σημαντικότερος κλασσικός φιλελεύθερος στοχαστής των διεθνών σχέσεων. Οι ιδεές του πάνω στην εξωτερική πολιτική μπορούν να συνοψιστούν με τρείς λέξεις : "Καθόλου εξωτερική πολιτική". Υποστήριζε με πάθος την αύξηση των εμπορικών και πολιτιστικών σχέσεων μεταξύ των λαών. Μάλιστα υπήρξε ο ιθύνων νους της ιστορικής "Συνθήκης Cobden-Chevalier" του 1860, χάρη στην οποία μειώθηκαν δραστικά οι εμπορικοί δασμοί μεταξύ της Μ.Βρετανίας και της Γαλλίας. Η Συνθήκη οδήγησε στη θεαματική αύξηση των εμπορίου μεταξύ των δύο χώρων και άλλαξε θεαματικά προς το καλύτερο τις σχέσεις των δύο κρατών που μέχρι τότε χαρακτηρίζονταν από τους συνεχείς πολέμους και την αμοιβαία καχυποψία . Ο Cobden, όμως, χωρίς να είναι πασιφιστής, αντιτάχθηκε σθεναρά στις στρατιωτικές επεμβάσεις και στους πολέμους (εκτός από τους καθαρά αμυντικούς). Ο Cobden θεωρούσε τον πόλεμο σαν κάτι τραγικό, όχι μόνο λόγω των ανθρώπινων απωλειών αλλά και επειδή σήμαινε δραματική αύξηση των δημοσίων δαπανών, των ελλειμμάτων και της φορολογίας και εν τέλει ισχυροποιούσε τη δύναμη του κράτους έναντι των πολιτών. Τα μέλη της "Σχολής του Μάντσεστερ" εναντιώθηκαν σε κάθε στρατιωτική επέμβαση της Μ. Βρετανίας και , ακολουθώντας την παράδοση του φιλελεύθερου σκεπτικισμού απέναντι στην κρατική εξουσία, ήταν σταθερά καχύποπτοι απέναντι στη ρητορική και στις δικαιολογίες που χρησιμοποιούσαν οι κυβερνήσεις για να σύρουν τη χώρα σε έναν ακόμη πόλεμο . Μάλιστα, η αντίθεση του Cobden στον αρχικά δημοφιλή Κριμαϊκό πόλεμο του στοίχισε την βουλευτική του έδρα.

Η "Σχολή του Μάντσεστερ" ήταν το ίδιο εχθρική και προς την Βρετανική Αυτοκρατορία. O στενός φίλος και συνεργάτης του Richard Cobden, ο πολιτικός John Bright πίστευε πως η Αυτοκρατορία δεν ήταν "τίποτε περισσότερο παρά ένα γιγαντιαίο σύστημα κρατικής πρόνοιας” για την αριστοκρατία. Τα μέλης της ήταν που γίνονταν στρατηγοί και κυβερνήτες αυτής της τεράστιας αυτοκρατορίας. Αντίθετα, όπως πίστευε ο Cobden, "η μεσαία τάξη της Αγγλίας δεν έχει κανένα άλλο συμφέρον παρά τη διατήρηση της ειρήνης. Οι τιμές, η δόξα και τα λάφυρα του πολέμου δεν ανήκουν σε αυτούς. Το πεδίο της μάχης είναι χωράφι της αριστοκρατίας, ποτισμένο με το αίμα της ειρήνης." Ο Cobden ζητούσε τη διάλυση της Αυτοκρατορίας επειδή πίστευε πως έμπλεκε την Αγγλία σε μια σειρά από γελοίους πολέμους σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης , προκαλούσε δυσβάστακτη φορολογία και καθυστερούσε τις εσωτερικές μεταρρυθμίσεις. Για να ενισχύσει τη θέση του, τόνιζε πως η Βρετανία μπορεί να έχασε τις αμερικάνικες αποικίες, αλλά οι ΗΠΑ έγιναν έναν σπουδαίος εμπορικός εταίρος, και έτσι τελικά και τα δύο έθνη ωφελήθηκαν. Μάλιστα, τώρα οι δεσμοί μεταξύ τους ήταν πιο ισχυροί επειδή ήταν εθελοντικοί.

Οι ιδέες του Cobden επηρέασαν μια σειρά από φιλελεύθερους διανοούμενους και πολιτικούς σε όλη την Ευρώπη. Οι κλασσικοί φιλελεύθεροι του 19ου αιώνα, είχαν συνειδητοποιήσει πως "Ο Πόλεμος είναι η Υγεία του Κράτους" πολλά χρόνια πριν τον Randolph Bourne. Ο Alexis De Tocqueville προβληματισμένος για τις συνέπειες του πολέμου στο εσωτερικό μιας χώρας, έγραψε στο μνημειώδες έργο του "Η Δημοκρατία στην Αμερική" : «Όλοι εκείνοι που επιζητούν να καταστρέψουν τις ελευθερίες ενός δημοκρατικού έθνους, πρέπει να ξέρουν πως ο πόλεμος είναι ο πιο σίγουρος και σύντομος δρόμος για να το πετύχουν». Ο σπουδαίος φιλελεύθερος φιλόσοφος και κοινωνιολόγος Herbert Spencer συμμερίζοταν τις ανησυχίες του Tocqueville και γι αυτό ήταν σταθερά αντίθετος με τις ιμπεριαλιστικές περιπέτειες της χώρας του . Στο άρθρο του "Imperialism and Slavery" διατυπώνει την άποψη πως ο ιμπεριαλισμός σημαίνει σκλαβιά. Όχι μόνο ενισχύει ανεπίτρεπτα την εκτελεστική εξουσία και αποδυναμώνει το κοινοβούλιο, αλλά , λόγω της φορολογίας που απαιτεί, αναγκάζει τον Βρετανό πολίτη να δουλεύει 13,5 μέρες το χρόνο για το Κράτος, χωρίς να πληρώνεται(σε περιόδους πολέμων, οι μέρες φτάνουν και τις 36). Όπως ακριβώς ένας σκλάβος. Και καταλήγει : "Όσοι συνεχίζουν να κατακτούν άλλους λαούς, και να τους κρατάνε σε υποδούλωση, θα παραδίδουν πρόθυμα τις προσωπικές τους ελευθερίες στην κρατική εξουσία και θα αποδέχονται τη συνεπακόλουθη σκλαβιά".

Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει και στην περίπτωση των ΗΠΑ. Η πολιτική της μη εμπλοκής στις ευρωπαϊκές υποθέσεις , που διατυπώθηκε από τους Ιδρυτές Πατέρες, δεν παρακινήθηκε μόνο από γεωπολιτικούς λόγους και την ανάγκη επιβίωσης της νεαρής, τότε, Δημοκρατίας . Η επιρροή του κλασσικού φιλελευθερισμού έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Για τους "Ιδρυτές Πατέρες", που είχαν επηρεαστεί από τις φιλελεύθερες ιδέες της εποχής, η Ευρώπη ήταν ο Παλαιός Κόσμος, όπου ο πολεμος, ο μιλιταρισμός, ο κρατισμός και ο δεσποτισμός κυριαρχούσαν. Ένας από τους κύριους σκοπούς της Αμερικάνικης Επανάστασης ήταν η απεμπλοκή από όλα αυτά τα δεινά. Η επέμβαση των ΗΠΑ στις ευρωπαϊκές υποθέσεις δε θα σήμαινε κάτι άλλο παρά τη μετατροπή της Δημοκρατίας σε ένα ακόμη ευρωπαϊκό κράτος και θα οδηγούσε στην αποδυνάμωση των φιλελεύθερων αξιών μέσα στις ΗΠΑ. Οι Ιδρυτές Πατέρες μπορεί μεν να ήθελαν να κόψουν τον ομφάλιο λώρο με τους ατελείωτους πολέμου της ευρωπαϊκής ηπείρου, αλλά επιβεβαιώνοντας τις κοσμοπολίτικες, φιλελεύθερες αρχές της Επανάστασης, ήθελαν παράλληλα να ενδυναμώσουν τις εμπορικές και πολιτιστικές σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών του Ατλαντικού . Ο Thomas Jefferson ήταν σαφής: "Ειρήνη , εμπόριο και φιλία με όλα τα έθνη, δεσμευτικές συμμαχίες με κανένα". Όταν το 1821, ζητήθηκε από την αμερικάνικη κυβέρνηση να βοήθησει τους επαναστατημένους Έλληνες , ο τότε Υπουργός Εξωτερικών John Quincy Adams εξέφρασε τη συμπάθειά του στον αγώνα τους αλλά ταυτόχρονα διατύπωσε , με τον καλύτερο τρόπο, την κλασσική φιλελεύθερη αντίθεση στις στρατιωτικές επεμβάσεις : "Η Αμερική δεν πηγαίνει στο εξωτερικό, με σκοπό να βρει τέρατα για να τα καταστρέψει. Εύχεται την ελευθερία και την ανεξαρτησία όλων. Αλλά είναι ο υπερασπιστής μόνο της δικιάς της ελευθερίας . Θα επαινέσει τον γενικό σκοπό με τη στήριξη της φωνής της και τη συμπαράσταση που δίνει το παράδειγμά της. Γνωρίζει όμως καλά πως από τη στιγμή που θα στρατευτεί κάτω από άλλες σημαίες, θα εμπλακεί σε όλους τους πολέμους του συμφέροντος , της ίντριγκας, της πλεονεξίας, του φθόνου και της φιλοδοξίας, που παίρνουν τη μορφή και σφετερίζονται το λάβαρο της ελευθερίας. Χωρίς να το καταλάβει, η θεμελιώδης αρχή της πολιτικής της θα αλλάξει από την ελευθερία στη δύναμη. Θα γίνει ο δυνάστης του κόσμου. Αλλά δεν θα είναι πια ο κυβερνήτης του πνεύματός της." Όταν στα τέλη του 19ου αιώνα, η κυβέρνηση των Η.Π.Α. μπήκε στο παιχνίδι του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, οι φιλελεύθεροι ήταν οι πρώτοι που αντέδρασαν. Ακολουθώντας τα διδάγματα του Cobden και των "Ιδρυτών Πατέρων", προσωπικότητες όπως ο κοινωνιολόγος William Graham Sumner και ο έμπορος Edward Atkinson εναντιώθηκαν στον Ισπανοαμερικάνικο πόλεμο του 1898 και στην αμερικάνικη κατοχή των Φιλιππίνων και ίδρυσαν την "Αντι-Ιμπεριαλιστική Λίγκα".

Όπως είναι φανερό, η δυσπιστία του φιλελευθερισμού του 19ου αιώνα σε ένα ενεργητικό και πανταχού παρόν κράτος εκτείνεται και σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Άλλωστε η πολιτική της μη επέμβασης με τις χαμηλές στρατιωτικές δαπάνες που απαιτούσε είναι απολύτως συμβατή με τη φιλελεύθερη πεποίθηση πως οι κρατικές δαπάνες πρέπει να διατηρούνται σε χαμηλό επίπεδο. Οι δυνάμεις της αγοράς και ειδικά το ελεύθερο εμπόριο θεωρούνταν πιο αποτελεσματικό μέσο για την επίλυση των διεθνών συγκρούσεων. Οι ιδέες αυτές είχαν και αποτελέσματα: κάτω από την επιρροή των αρχών του οικονομικού φιλελευθερισμού, του ελεύθερου εμπορίου και των ολοένα πιο χαμηλών στρατιωτικών δαπανών , η περίοδος από τη λήξη των Ναπολεόντειων Πολέμων ως το ξεκίνημα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου (1815-1914) θεωρείται μια από τις πιο ειρηνικές στην ιστορία της ανθρωπότητας. Δυστυχώς , από το 1875 και μετά ο φιλελευθερισμός μπαίνει αργά αλλά σταθερά σε μια μακρά περίοδο παρακμής. Ολοένα και περισσότερο πια, κερδίζουν έδαφος ιδέες, όπως ο σοσιαλισμός, ο προστατευτισμός, ο ιμπεριαλισμός και ο εθνικισμός, ιδέες που δίνουν έμφαση στη χρησιμότητα ενός ισχυρού κράτους για την επίτευξη των στόχων τους. Το 1914 η Μ. Βρετανία μπαίνει στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και η Χρυσή Εποχή του Κλασσικού Φιλελευθερισμού ανήκει πια οριστικά στο παρελθόν. Ένας από τους τελευταίους υποστηρικτές της "Σχολής του Μάντσεστερ", ο John Morley διαφωνεί και παραιτείται από την κυβερνητική του θέση. Αυτό ήταν και το κύκνειο άσμα του αντιπολεμικού φιλελευθερισμού του 19ου αιώνα.

Σήμερα, σχεδόν 100 χρόνια μετά την παραίτηση του Morley, οι ιδέες του κλασσικού φιλελευθερισμού είναι ξανά ζωντανές και μαζί τους αναβίωσε και η αντιεπεμβατική του παράδοση στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Αυτή η παράδοση σκέψης,μπορεί να μην καθορίζει την εξωτερική πολιτική των κρατών, αλλά η φωνή της είναι ιδιαίτερα δυναμική και ακούγεται όλο και περισσότερο. Η συντριπτική πλειοψηφία των Αμερικάνων libertarians έχουν αντιταχθεί σε όλους τους πολέμους των ΗΠΑ τις τελευταίες δεκαετίες. Σταθερά αντιεπεμβατικές θέσεις παίρνουν think tanks όπως το "Cato Institute" και το "Ludwig Von Mises Institute" , πολιτικοί όπως ο Ron Paul και ο Gary Johnson. Και πολλοί συντηρητικοί όμως συμμερίζονται τις φιλελεύθερες επιφυλάξεις σε μια επεμβατική εξωτερική πολιτική (πχ ο δημοσιογράφος George Will, ο πολιτικός Pat Buchanan , ο κύκλος γύρω από το περιοδικό "The American Conservative" κτλ). Στη Μ.Βρετανία, συχνά δημοσιεύονται άρθρα στην παράδοση της σκέψης του Cobden σε έντυπα ευρείας κυκλοφορίας όπως ο "Spectator" και η "Daily Telegraph" ενώ ο κλασσικός φιλελεύθερος αντιεπεμβατισμός αντικατοπτρίζεται ακόμη και σήμερα στην εξωτερική πολιτική χωρών, όπως η Ελβετία.

Δυστυχώς, στην Ελλάδα, οι ιδέες αυτές είναι σχεδόν άγνωστες. Στις διμερείς σχέσεις με τους γείτονες μας, οι Έλληνες φιλελεύθεροι σε γενικές γράμμες έχουν υιοθετήσει την αντιμιλιταριστική, αντιεπεμβατική λογική του κλασσικού φιλελευθερισμού (και εδώ όμως, πολλές φορές αδυνατούν να κάνουν τη δική τους προσέγγιση διακριτή από εκείνη της Αριστεράς ή του καθεστωτικού φιλοευρωπαϊσμού. Αυτό όμως είναι θέμα για άλλο άρθρο). Εξαιτίας όμως ενός κακώς εννοούμενου φιλοδυτικισμού και φιλοαμερικανισμού, υποστηρίζουν με πάθος σχεδόν κάθε στρατιωτική επέμβαση της Δύσης , όπως δείχνει και η στάση τους στον πρόσφατο πόλεμο της Λιβυής . Η πλειοψηφία των Ελλήνων φιλελεύθερων φαίνεται να έχει μπερδέψει τον κλασσικό φιλελευθερισμό με τον κεντροαριστερό "Ουϊλσονισμό" , ή τον μιλιταριστικό , με τροτσκιστικές ρίζες, "νεοσυντηρητισμό". Έτσι όμως, μιας και η ελληνική κοινή γνώμη είναι αντίθετη σε τέτοιου είδους επεμβάσεις, επωμίζονται ένα δυσβάστακτο πολιτικό κόστος και περιθωριοποιούνται, μόνο και μόνο για να υποστηρίξουν μια πολιτική που δεν έχει καμιά σχέση με την ιδεολογία τους. Οι κλασσικοί φιλελεύθεροι ήξεραν ήδη από τον 19ο αιώνα πως ο πόλεμος και η επεμβατική εξωτερική πολιτική μπορούν να καταστρέψουν τις φιλελεύθερες κατακτήσεις ενός έθνους. Μήπως ήρθε ο καιρός να το συνειδητοποιήσουν και οι Έλληνες φιλελεύθεροι, αντί να φέρονται σαν cheerleaders του εκάστοτε αμερικανού προέδρου που αποφασίζει να παίξει το ρόλο του Ιούλιου Καίσαρα;