Το πολιτικό σκηνικό της χώρας εγγίζει την γελοιότητα. Αντιφάσεις, υπερβολές, ερωτηματικά για το αύριο και άγνοια στοιχειωδών πολιτικών και οικονομικών δεδομένων συνθέτουν ένα σύνολο που εύλογα προκαλεί ανησυχία σε όσους έχουν ακόμη την δυνατότητα να καταλαβαίνουν. Προ ημερών βρέθηκα με ξένους σημαντικούς οικονομικούς παράγοντες στων οποίων τα εύλογα ερωτήματα μου ήταν αδύνατον να απαντήσω δίχως υπεκφυγές και αοριστολογίες.
Δύο κυρίως σημεία έμειναν ζωντανά στο μυαλό μου. Εφ’ όσον έχετε πλέον, μου είπαν, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της κυβέρνησής σας πρωτογενές πλεόνασμα (μείον τους τόκους δηλαδή) πως γίνεται να χρωστάτε σε ιδιώτες επιχειρηματίες (λ.χ. επιστροφές ΦΠΑ), εργολάβους (δημόσια έργα) και προμηθευτές (νοσοκομεία, υλικά) τεράστια ποσά που δεν έχετε διαθέσιμα. Χώρια βέβαια από υποχρεώσεις σε άλλους ιδιώτες (ληξιπρόθεσμες κι ανεκπλήρωτες συντάξεις λχ.) που όμως κάπως έχουν υπολογισθεί. Ομοίως μοιάζει ακατανόητο να διαβεβαιώνουν οι πάντες πως δεν πρόκειται να ληφθούν νέα μέτρα και την ίδια ώρα να αγωνιούν στην κυβέρνηση για τα «νέα μέτρα» που έρχονται στη Βουλή! Κατά παράδοση στην Ελλάδα κάθε κρατικό προυπολογισμό ακολουθούσε σχεδόν αμέσως νέο φορολογικό νομοσχέδιο. Η δέσμευση για κανένα νέο φόρο (αν και αυτό έχει ξανακουσθεί χωρίς να εφαρμοσθεί) σημαίνει πως η συνήθεια αυτή καταργείται;
Αυτό που προβληματίζει όποιον παρακολουθεί τα ελληνικά πράγματα, απαλλαγμένος από τους παραμορφωτικούς φακούς της ελληνικής καθημερινότητας, είναι η αδυναμία διατύπωσης της όποιας χειροπιαστής επιλογής για το αύριο. Ο κυβερνητικός συνασπισμός υπονομεύει την δημοκρατία επιτιθέμενος στην ιδιοκτησία και γυρίζοντας την πλάτη στον σεβασμό των ελεύθερων οικονομικών συναλλαγών. Το χειρότερο μάλιστα είναι πως δεν προσφέρουν ορατή ελπίδα για το αύριο. Εκτός από βερμπαλισμούς που έχουν ακουσθεί, διαψευδόμενοι, και κατά το παρελθόν. Ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει χίμαιρες για συμφωνίες με τους δανειστές που εκείνοι δημόσια και επίμονα δηλώνουν πως δεν πρόκειται να δεχθούν. Ολοι οι υπόλοιποι, δεξιοί και αριστεροί, βαδίζουν στο κενό συντροφιά με οράματα από φιγούρες ένδοξων προγόνων και μύθους φλογερών κοινωνικών επαναστατών.
Τι μένει; Η αναζήτηση απλών κανονικών ανθρώπων. Ο Γιώργος Καμίνης στην Αθήνα και ο Γιάννης Μπουτάρης στην Θεσ/νίκη έχουν αποδείξει πως τα λίγα λόγια και η πολιτική δίχως εξυπναδίστικες ατάκες και φτηνό θέατρο φέρνουν αποτελέσματα και δίνουν λύση σε μακρόχρονα προβλήματα. Αλλά και στην κεντρική πολιτική σκηνή χρειάζεται πλέον να απαγκιστρωθούμε από την εποχή των φαύλων παροχών κι ενός κλίματος ατέλειωτης προσοδοθηρίας. Χρειάζεται να πολιτευθούμε δίχως κακοφωνίες, πολιτικά παράσιτα κι εθισμούς σε φαύλες πρακτικές και αντιλήψεις. Με Πανεπιστήμια απαλλαγμένα από φωνακλάδες και άσχετους παλληκαράδες, από ελεύθερους επαγγελματίες που αναγνωρίζουν τα αδιέξοδα στα οποία οδηγούν οι φαυλότητες και οι εύνοιες, για πολιτικούς που δεν νοιάζονται για την εξαγορά των ψηφοφόρων (με «πλεονάσματα» και υποσχέσεις καινούργιων διορισμών), με εμμονή στην ανάγκη ενός μικρότερου, φτηνότερου κι’ αποδοτικότερου κράτους δίχως ιδεολογικές εμμονές και συντεχνιακούς φανατισμούς.
Για όλα αυτά επαναλαμβάνω πως χρειάζονται κανονικοί άνθρωποι. Με γνώση της πραγματικότητας, βγαλμένοι στην πιάτσα της ζωής, λογικοί και μετριοπαθείς. Δεν μπορούμε να τους βρούμε; Μα κυκλοφορούν καθημερινά δίπλα μας. Δεν έχουμε παρά να το συνειδητοποιήσουμε. Το «Ποτάμι» του Σταύρου Θεοδωράκη εκφράζει μια παρόμοια αντίληψη. Με επαγγελματίες της ζωής, κι όχι της πολιτικής, και με απόψεις απλές, συνετές, κοντά στις σκέψεις του μέσου πολίτη, δίχως φανφάρες και πυροτεχνήματα και, το κυριότερο, δίχως δεσμεύσεις και δεσμούς με κομβικούς παράγοντες του δημοσίου, των συντεχνιών και του κρατικοδίαιτου κατεστημένου, μπορεί να γίνει φορέας μιάς λογικής εναλλακτικής λύσης. Οσοι απογοητευμένοι αναζητούν αποκούμπι και διέξοδο, το Ποτάμι δείχνει δρόμους ανάκαμψης και κάποιας ελπίδας. Με αντίθεση σε ξεπερασμένες πρακτικές, δίχως όμως και πειράματα σε επικίνδυνες ακροβασίες και τυχοδιωκτισμούς. Μπορούμε να μπούμε δηλαδή σε μιά εποχή ‘ελληνικής μεταπολιτικής’. Που να ξεκινήσει ακριβώς από τις ευρωεκλογές.
Πολλούς ενδεχόμενα να «πάρει το Ποτάμι». Φτάνει να οδηγήσει τελικά σε σωστές ατραπούς και, το κυριότερο, σε ελπίδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου