Σε πρόσφατο κείμενό μου για την οικονομία της αγοράς κάποιοι αναγνώστες του Capital.gr ενοχλήθηκαν τόσο που αντέδρασαν με ύβρεις και σχεδόν προσβλητικούς χαρακτηρισμούς. Δικαίωμά τους είναι βέβαια. Την ίδια ώρα όμως συνειδητοποιεί κάποιος τον απόλυτο βυθό στον οποίο έχει ακουμπήσει η χώρα και πόσο διακινδυνευμένες είναι οι όποιες ελπίδες ανάκαμψης. Γι αυτό θα επιμείνω. Με στήριγμα τον ορθολογισμό κι όχι τις όποιες ιδεοληψίες και βιωματικά συμπλέγματα
Εχουμε από καιρό σαν κοινωνία πάρει διαζύγιο από αυτό που θα αποκαλούσε κάποιος λογική. Φροντίζουμε να κρύβουμε και από τον εαυτό μας ακόμη τα αίτια της σημερινής μας κατρακύλας. Το γεγονός δηλαδή πως είχαμε θεοποιήσει το εύκολο βόλεμα, την άκοπη αναρρίχηση και τον πλουτισμό μέσω δανεικών. Πιστεύουμε ακόμη σε κρατικοπαρεμβατικές χίμαιρες που έχουν υποτίθεται τη λύση σε κάθε πρόβλημα. Στο τέλος μεγαλώνουμε απλά τον δημόσιο τομέα καταστρέφοντας τον απλό κόσμο. Αρνούμενοι ταυτόχρονα να παραδεχθούμε πως το δημόσιο αποτελεί το πρόβλημα και δεν είναι μέρος της λύσης. Οταν τα πράγματα οδηγούνται στα άκρα και οφείλουν να πληρωθούν οι λογαριασμοί, τότε αρχίζει η συνήθης στην ελληνική παράδοση αναζήτηση άλλων ενόχων. Εκείνοι που λιδωρούσαν όσους προειδοποιούσαν για το επρχόμενο αδιέξοδο πρωταγωνιστούν τώρα σε κινήσεις αγανάκτησης κι επιθετικότητας κατά όσων τους θυμίζουν, έστω κι έμμεσα, τις δικές τους ευθύνες.
Η λογική όμως παραμένει παρούσα. Δύσκολα μπορεί κανείς να την αποφύγει. Οι οικονομικές επιλογές του δημοκρατικού καπιταλισμού και της οικονομίας της αγοράς παραμένουν οι μοναδικοί μηχανισμοί εξασφάλισης προόδου και γενικής ευημερίας. Οχι βέβαια ισότητας – που δεν είναι και το ζητούμενο. Αλλά επίτευξης για τον κόσμο ενός επιπέδου διαβίωσης ζηλευτού και μοναδικού στο βάθος της ανθρώπινης ιστορίας. Αυτό δείχνει η εμπειρία. Αυτό βέβαια αποδεικνύει και η θεωρία. Οσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό κρατικής παρέμβασης στην λειτουργία της οικονομίας τόσο μεγαλύτερα είναι τα αδιέξοδα στα οποία οδηγούνται οι χώρες που δεν τολμούν να απελευθερώσουν τις αγορές τους. Σε τελευταία ανάλυση, πότε οι πολιτικές ενός παρεμβατισκού δημόσιου τομέα κατέληξαν σε καθεστώς διαρκούς ευημερίας για μιά κοινωνία; Η τελευταία κρίση την οποία σήμερα βιώνουμε στην Ελλάδα δεν αποτελεί κρίση του εκτεταμένου και πολυέξοδου κράτους; Πως γίνεται λοιπόν με βάση την λογική να υποστηρίζουν άνθρωποι την αντιμετώπισή της με ακόμη μεγαλύτερο δημόσιο τομέα και υψηλότερες κρατικές δαπάνες;
Και στη θεωρία όμως η οικονομία της αγοράς παντού κυριαρχεί. Σχεδόν όλα τα Νόμπελ οικονομίας, από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 και μετά, έχουν απονεμηθεί σε επιστήμονες για την μελέτη των μηχανισμών της ελεύθερης αγοράς η που υποστήριζαν πολιτικές που προκύπτουν από τις αρχές της. Ακόμη και ο γνωστός Πωλ Κρούγκμαν το βραβείο το εξασφάλισε μελετώντας τους μηχανισμούς του ελεύθερου διεθνούς εμπορίου. Σαν αρθογράφος, μετέπειτα, ανακάλυψε τις σοσιαλδημοκρατικές του ευαισθησίες!
Κι αυτό αποτελεί μέρος του προβλήματος. Οι πάντες, επιδιώκοντας βελτίωση της ζωής τους η προώθηση των στόχων και των συμφερόντων τους επιλέγουν διαδρομές που ανταποκρίνονται στις εγωιστικές προβλέψεις του καπιταλισμού. Στην σχόλη τους όμως η αφού έχουν εξασφαλίσει την οικονομική καταξίωση και επαγγελματική αναγνώριση προβάλλουν ευαισθησίες αντι-καπιταλιστικές!! Ολοι μεγαλώνουμε μαθαίνοντας πως στόχος μας στη ζωή θα πρέπει να είναι η βοήθεια προς τους άλλους και η ευημερία του συνόλου. Ουδείς όμως δημιουργεί με στόχο συνειδητά την βελτίωση της ζωής των άλλων.
Ολοι καινοτομούν και δουλεύουν με σκοπό να βγάλουν χρήματα. Που τα κερδίζουν πουλώντας προιόντα που κάποιοι τα αγοράζουν, εκτιμώντας πως θα κερδίζουν περισσότερα από την χρήση τους από εκείνα που θα διαθέσουν για την αγορά τους. Μια κατάσταση, δηλαδή, κέρδους για όλους. Ετσι όμως αναπτύσσεται η οικονομία και η κοινωνία πάει μπροστά. Με την ευημερία να διαχέεται σε όλο και περισσότερα άτομα και ομάδες. Αυτή είναι ακριβώς η λογική του καπιταλισμού. Εκεί στηρίζεται και η ηθική του υπεροχή.
Οι περισσότεροι όμως ενοχλούνται από την αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα πως το σύστημα αυτό παράγει ανισότητες. Που δεν αποτελούν όμως στην πραγματικότητα την ουσία του προβλήματος. Εφ όσον όλοι με την προσδοκώμενη εξέλιξη περνούν καλά, τι σημασία έχει αν κάποιοι έχουν διαθέσιμα περισσότερα οικονομικά μέσα από άλλους; Αφού όλοι έχουν την δυνατότητα να καταναλώνουν καθημερινά σημαντικές ποσότητες λ.χ. κρέατος, γιατί αποτελεί πρόβλημα αν κάποιοι έχουν τα μέσα να εξασφαλίζουν τρείς φορές περισσότερο κρέας, που ουσιαστικά δεν μπορούν να καταναλώσουν, στο ίδιο διάστημα;
Επιλέγουν λοιπόν πολλοί το κράτος για να αναλάβει την ανακάλυψη μηχανισμών κοινωνικής και εισοδηματικής εξίσωσης. Που όμως συνακόλουθα, και αναπόφευκτα, περιορίζει τα επίπεδα ατομικής ελευθερίας. Είτε βάζοντας χέρι, μέσω φόρων, στα ατομικά περιουσιακά στοιχεία των πολιτών, είτε παρεμβαίνοντας στις αγορές ελέγχοντας συναλλαγές και εμποδίζοντας λογής επιχειρηματικές πρωτοβουλίες. Συχνά, το κράτος απ’ ευθείας επιχειρεί αυτή την εξίσωση. Μοιράζοντας είτε παροχές, είτε εργολαβίες, είτε προσλήψεις στον δημόσιο τομέα. Σε κάθε περίπτωση, το αποτέλεσμα είναι διαστρεβλώσεις των οικονομικών δεδομένων και γενική δυσπραγία μέσω ελλειμμάτων και μεγάλου δημόσιου χρέους.
Τα επερχόμενα αδιέξοδα συχνά χρεώνονται στις αγορές που όμως, διαστρεβλωμένες, δεν μπορούν πλέον να λειτουργήσουν ομαλά και αποτελεσματικά. Στις ΗΠΑ λ.χ. οι βαρύτατα κρατικο-ελεγχόμενες τραπεζικές συναλλαγές και η ημικρατική στεγαστική πίστη κατέρρευσαν, συμπαρασύροντας Τράπεζες και γενικούς οικονομικούς δείκτες. Εντελώς αδικαιολόγητα σε πολλές χώρες κλήθηκαν οι ανύποπτοι φορολογούμενοι να σηκώσουν τα βάρη των Τραπεζικών αδεξιοτήτων. Και βολικά σχεδόν όλοι φόρτωσαν τις ευθύνες στις «ελεύθερες» αγορές. Που ούτε ελεύθερες βέβαια ήσαν (ο νόμος Φρανκ επέβαλε στις Τράπεζες, με απειλές ποινικών κυρώσεων, να δίνουν στεγαστικά δάνεια δίχως εγγυήσεις- βλ και Andrew Bernstein, Capitalism Unbound, 2011) αλλά ούτε και ανεξέλεγκτες (ειδικοί πολυάνθρωποι οργανισμοί – λχ Office of Federal Housing Enterprise Oversight - είχαν συσταθεί με σκοπό τον έλεγχο της στεγαστικής αγοράς). Οξύμωρο βέβαια υπήρξε και το επιχείρημα πως οι αγορές, με την κρίση, δεν μπόρεσαν να αυτορυθμισθούν. Πως όμως θα μπορο ύσε να γίνει αυτό, όταν οι κυβερνήσεις από την πρώτη στιγμή παρενέβησαν ρίχνοντας λεφτά των φορολογουμένων για την διάσωσή τους;
Είναι αναπόφευκτο η διέξοδος να βρεθεί σε πολιτικές ανάπτυξης, προιόντων όμως απελευθερωμένων αγορών και οικονομιών. Όπως με γλαφυρότητα περιγράφουν στο τελευταίο τους βιβλίο οι καθηγητές Jagdish Bhagwati και Arvind Panagariya (Why Growth Matters: How Economic Growth in India Reduced Poverty and the Lessons for Other Developing Countries (2013)) η επιτυχία της Ινδίας, και η κατρακύλα άλλων οικονομιών, οφείλεται αποκλειστικά σχεδόν στην υιοθέτηση από αυτήν πολιτικών μικρότερου δημόσιου τομέα και απελευθερωμένων εθνικών αγορών. Η Ινδία κατάφερε να βγάλει κοντά στα 150 εκατ. κατοίκους της από το φάσμα της φτώχειας και να δημιουργήσει μιά εύρωστη και αισιόδοξη μεσαία τάξη. “Κάναμε πολύ περισσότερα για τους φτωχούς αυτής της χώρας προωθώντας πολιτικές οικονομικού ανταγωνισμού μέσα σε πολύ λίγα χρόνια, απ’ ότι είχαμε κάνει προωθώντας πολιτικές καταπολέμησης της φτώχειας για δεκαετίες» έχει σχολιάσει ο πρώην Υπουργός Οικονομικών της Ινδίας Βιζάυ Κελκάρ. (”India’s Economic Future: Moving Beyond State Capitalism”, Οκτώβριος 2005).
Υπάρχει βέβαια και τεράστια υποκρισία. Την διαπιστώνει κανείς παρακολουθώντας τις δηλώσεις και τις κινήσεις πολλών από τους εκπροσώπους σημαντικών διεθνών οργανισμών και φορέων. Ο Επίτροπος της Ευρωπαικής Ενωσης λ.χ Ολι Ρέν ασκεί κριτική στη Γαλλία για τον τρόπο που επιχειρεί να αντιμετωπίσει τις οικονομικές της δυσκολίες. Την κατακρίνει διότι επιλέγει την αντι-αναπτυξιακή αύξηση φόρων αντί για την αποτελεσματικότερη περικοπή δαπανών (βλ. Οικονομική Καθημερινή, 12-11-2013) . Στην περίπτωση της Ελλάδας όμως οι αντιπρόσωποι των ευρωπαίων δανειστών (και του κ. Ρεν βέβαια) επιμένουν σε εκτεταμένα φορολογικά μέτρα, καλύπτοντας έτσι την κυβερνητική άρνηση να προχωρήσει, μέσω ριζικών περικοπών στον δημόσιο τομέα, σε μειώσεις δαπανών. Συντηρούν έτσι τον κρατισμό, σε πείσμα των επικριτών του Μνημονίου που ομιλούν συνέχεια περί …νεοφιλελευθερισμού!!
Κάποια στιγμή και η Ελλάδα θα οδηγηθεί αναπόφευκτα σε παρόμοιες ορθολογικές αναπτυξιακές πολιτικές. Οσο όμως αργότερα τις επιλέξουμε τόσο μεγαλύτερος θα είναι ο πόνος που θα υποστούμε από τις ενδιάμεσες κοινωνικές ανακατατάξεις. Η ηθική ανωτερότητα του καπιταλισμού είναι φανερή. Απλά, πολλοί αρνούνται έγκαιρα να το παραδεχθούν. Φορτώνοντας έτσι την κοινωνία με πόνο και δυστυχία. Παρασύροντάς την σε όλο και μεγαλύτερα αδιέξοδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου