Στην ενασχόληση μου με
αμιγώς πρακτικά πολιτικά ζητήματα ήρθα πολλές φορές αντιμέτωπος με σχόλια φίλων
και γνωστών για τις δικές μου τοποθετήσεις. Πίσω από τα σχόλια τους διέκρινα
σαφείς ιδεολογικές αναφορές. Με διάθεση να τακτοποιώ τις σκέψεις σε ευρύτερες
κατηγορίες, μπορώ να πω ότι διακρίνω τρια επίπεδα πολιτικής σκέψης να
διέπουν όλα τα πολιτικά σχόλια που έχω ακούσει, από την κεντρική πολιτική και
την ιδεολογική σκέψη έως τα αναρίθμητα blogs και σχόλια στο διαδίκτυο και
στην καθημερινή συζήτηση.
Στο πρώτο επίπεδο σκέψης, ξεκινάμε από την αγανάκτηση με αυτό που
αντιλαμβανόμαστε ως αδικία: φτώχεια, ανισότητα, προκατάληψη, έγκλημα, ρύπανση,
διαφθορά. Ελπίζουμε σε μια παρέμβαση διορθωτική, λυτρωτική και ικανή να
βάλει σε τάξη τον ατελή κόσμο στον οποίο ζούμε. Πιστεύουμε ότι η τεχνολογία μας
παρέχει πλέον τα μέσα γι αυτήν την παρέμβαση. Στη σκέψη μας αυτή το
κράτος είναι ο κατα Μηχανής Θεός. Από όπλο μια μικρής ομάδας - του βασιλιά, του
φεουδάρχη και μιας μικρής τάξης προνομιούχων - πρέπει να μετατραπεί σε
συλλογικό όργανο για κοινωνική αλλαγή. Ακόμα και με τη βία. Αρκεί η συλλογική
αυτή δράση να υπερασπίζεται μια γενικότερη ιδέα, ένα ιδανικό. Να οδηγεί σε μια
ιδεατή κοινωνία. Ο φασίστας και ο κομμουνιστής φτάνει μέχρι το πρώτο επίπεδο, ο
πρώτος στο όνομα του έθνους και ο δεύτερος στο όνομα της εργατικής τάξης.
Στο δεύτερο επίπεδο, η διαφορετική ερώτηση είναι να βρουμε πώς η κρατική
παρέμβαση μπορεί να διορθώσει τις αδικίες χωρίς να δημιουργήσει η ίδια νέες
μορφές καταπίεσης. Θετουμε ερωτήσεις για τη διαφθορά της εξουσίας, και
αμφισβητούμε αν το κράτος πρέπει να ορίζει αυταρχικά τις ανάγκες μας. Ο
σοσιαλδημοκράτης φτάνει στο επίπεδο αυτό με την πίστη ότι η δημοκρατία και το
κράτος δικαίου είναι εγγυήσεις κατά της αυθαιρεσίας της εξουσίας. Θεωρούμε ότι
η εξουσία γίνεται πραγματικά «λαική κυριαρχία» μέσω της ελεύθερης πολιτικής
δράσης ενώ το κράτος δικαίου προστατεύει τα ατομικά δικαιώματα στο βαθμό που η
πολιτική κοινότητα επέλεξε να τα προστατεύσει συνταγματικά. Για τους
σοσιαλδημοκράτες, σε ένα τέτοιο περιβάλλον η κρατική παρέμβαση μπορεί να είναι
καλοπροαίρετη.
Στο τρίτο επίπεδο σκέψης, η παραπάνω πρόταση αμφισβητείται . Θέτουμε ερωτήσεις
κατά πόσο το κράτος μπορει να γνωρίζει τις ανάγκες μας καλύτερα από εμάς. Γιατί
να αποφασίζει η πλειοψηφία - στην καλύτερη περίπτωση - για μεγάλο μέρος
των οικονομικών μας επιλογών. Τι εκπαίδευση θα λάβουμε, πόση ασφάλιση θα
κάνουμε για την υγεία μας, τι προιόντα θα καταναλώσουμε, πόσα από αυτά θα είναι εισαγόμενα
κτλ.
Άλλα σοβαρά ερωτήματα αμφισβητούν
το αν το κράτος μπορεί ποτέ να είναι "ένας καλοπροαίρετος
γίγαντας". Κατά πόσο η δημοκρατία αρκεί για να προστατεύσει την ατομική
ελευθερία από συλλογικές απόφάσεις που θα αναδιανέμουν πόρους από εμάς σε
ισχυρά πολιτικές ομάδες. Κατά πόσο ένας ψηφοφόρος είναι δυνατό να έχει γνώση
των πραγμάτων για να κρίνει αυτές τις αποφάσεις, και πόσο δυνατός είναι στη
συστηματική προπαγάνδα και στα διλήμματα των κομμάτων; Ακόμα κι αν έχει γνώση, πόση δύναμη έχει μια ψήφος κάθε τρία ή τέσσερα χρόνια; Μήπως οι πολιτικοί δε
χρησιμοποιήσουν πελατειακές σχέσεις σε αντικατάσταση της βιας για να κερδίσουν
την υπακοή των πελατών τους στη δημοκρατία;
Εν ολίγοις, μπορεί ο λύκος να φυλάει τα πρόβατα; Στο επίπεδο αυτό φτάνει όποιος
χωρίς παρωπίδες κατανοεί τις φιλελεύθερες ιδέες. Επιθυμεί ένα μικρότερο κατά το
δυνατό κράτος και ψάχνει να βρει ιδέες κατά πόσο η κοινωνική ζωή μπορεί να
οργανωθεί χωρίς αυτό ακόμα και σε τομείς όπου θα μας φαινόταν περίεργο: στην
ασφάλεια και τη δικαιοσύνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου