Αυτές οι εκλογές αναδεικνύουν έναν βασικό διχασμό. Από την μία τα κόμματα που υποστηρίζουν την συνέχιση της πορείας της Ελλάδας στην ΕΕ. Στην σημερινή ΕΕ όπως έχει διαμορφωθεί καλώς ή κακώς, ευτυχώς ή ατυχώς. Τα κόμματα αυτά είναι ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΔημΣυμ, Δράση. Κι από την άλλη όλοι οι άλλοι. Που δεν θέλουν καθόλου την ΕΕ, ή που δεν την θέλουν όπως είναι, ή που θέλουν μιαν à la carte Ευρώπη. Δυστυχώς στην περίπτωση μας η κατάσταση είναι table d'hôte με μικρές δυνατότητες επιλογής (πχ φόροι ή κόψιμο δαπανών, έσοδα ή έξοδα).
Πρέπει να παραδεχτούμε πως οι δεύτεροι είναι οι περισσότεροι. Θα έλεγα συντριπτικά περισσότεροι, αν προσθέσουμε και αυτούς στα κόμματα της πρώτης κατηγορίας που είναι ουσιαστικά αντι-ευρωπαϊστές, αλλά από συνήθεια θα ψηφίσουν τα πρώτα κόμματα. Οι εκλογές αυτές είναι μια ευκαιρία λοιπόν να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα. Είναι όπως η Ελλάδα του 1944. Από την μία υπήρχε η αριστερά (ΕΑΜ κλπ) μαζί με μεγάλο κομμάτι του Κέντρου, που αμφισβητούσαν την πρόσδεση στον Αγγλοαμερικανικό άξονα. Την πρόσδεση δηλαδή στην Δύση, η οποία υπήρξε ο βασικός εθνικός άξονας από την Επανάσταση του 21. Για ποιούς λόγους ο καθένας δεν είναι της παρούσης. Κι από την άλλη υπήρχε η Δεξιά με ένα μικρό κομμάτι του Κέντρου, που ήταν υπέρ του Αγγλοαμερικανικού άξονα. Υπήρχε κι ένα κομμάτι της άκρας δεξιάς που ήταν εναντίον των Άγγλων, αλλά επειδή το μίσος τους προς τους κομμουνιστές ήταν μεγαλύτερο συντάχθηκαν με την Δεξιά. Τα πράγματα τότε ξεκαθάρισαν βίαια μέσα από τα Δεκεμβριανά και μετά με τον εμφύλιο.
Τώρα ουσιαστικά επιζητείται ο δεύτερος γύρος. Δεν θα είναι βίαιος, αλλά θα είναι τραγικός. Δύο χρόνια τώρα ζούμε την εισαγωγή του δράματος. Την Κυριακή θα ζήσουμε την πρώτη πράξη. Το ερώτημα είναι απλό. Θα αφήσουμε πάλι την αριστερά με τους χρήσιμους ηλίθιους να κυριαρχήσει στο επίπεδο των ιδεών; Ή θα βγούμε μπροστά με μιαν ξεκάθαρη απάντηση φιλοευρωπαϊκή. Και το παρεπόμενο ερώτημα είναι το εξής: δεδομένων των συνθηκών και των δυνάμεων των κομμάτων, ποιά παράταξη ρεαλιστικά μπορεί να τραβήξει μπροστά την χώρα για άλλη μια φορά μετά το 44; Στο σημερινό του άρθρο εδώ στο ΜΜ ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος κάνει δύο πράγματα. Από την μία αναλύει τις ελλείψεις της Δεξιάς παράταξης, αλλά και του αστικού κόσμου της χώρας συνολικά, σε ότι αφορά τις ιδέες του φιλελευθερισμού.
Αυτά σε μιαν ιστορική αναδρομή της τελευταίας τριακονταετίας. Από την άλλη αναγνωρίζει, όπως κι εγώ παραπάνω, την ανάγκη για μιαν ισχυρή (κεντρο)δεξιά παράταξη που θα αποτελέσει την κυβερνητική λύση στα αδιέξοδα της χώρας τώρα και στο μέλλον. Μια παράταξη που θα πρέπει να είναι υπεράνω προσώπων. Είναι δύσκολο στον φιλελεύθερο και συντηρητικό χώρο, σε αντίθεση με τον σοσιαλιστικό, να αρθούμε υπεράνω προσωπικών αισθημάτων για πρόσωπα. Το πρόσωπο, το άτομο άλλωστε είναι κεντρικό στην ιδεολογία μας. Πρέπει όμως να δούμε την παράταξη κυρίως ως μια συνισταμένη βασικών αρχών του συντηρητισμού και του φιλελευθερισμού με μιαν συγκεκριμένη ιστορική παράδοση πέρα από τα πρόσωπα και τις κατά καιρούς ηγετικές ομάδες. Πέρα από ελιτισμούς και λαϊκισμούς. Κακώς προσπαθήσαμε και προσπαθούμε να μιμηθούμε τους τρόπους της αριστεράς.
Κανείς δεν είναι αθώος αυτού του λάθους. Από την Δράση μέχρι την ΝΔ φλέρταραν με την αριστερή λογική των πραγμάτων. Αντιλαμβάνομαι την κυριαρχία του αριστερού λόγου στην ελληνική κοινωνία, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε τον αντίπαλο. Αντίπαλος είναι ο σοσιαλισμός, φαιός και κόκκινος. Δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί με τα δικά του όπλα. Τέλος σκοπός δεν είναι η διακυβέρνηση με κάθε τρόπο ως αυτοσκοπός. Αλλά η διακυβέρνηση της χώρας σε μιαν κατεύθυνση σεβασμού της ελευθερίας, της ατομικότητας, της φιλοπατρίας και του ευρωπαϊκού προσανατολισμού, που θα είναι πραγματική λαϊκή με την έννοια της εξόδου από την κρίση του απλού πολίτη. Έχουμε χρόνο να τα σκεφτούμε όλα αυτά και μετά την Κυριακή, όταν θ' αρχίσει η δεύτερη πράξη του ελληνικού δράματος. Όταν το αίτημα διακυβέρνησης θα τεθεί πιο καθαρά. Όταν θα μπει ως δίλημμα ξεκάθαρο: Εμείς ή αυτοί;
Πρέπει να παραδεχτούμε πως οι δεύτεροι είναι οι περισσότεροι. Θα έλεγα συντριπτικά περισσότεροι, αν προσθέσουμε και αυτούς στα κόμματα της πρώτης κατηγορίας που είναι ουσιαστικά αντι-ευρωπαϊστές, αλλά από συνήθεια θα ψηφίσουν τα πρώτα κόμματα. Οι εκλογές αυτές είναι μια ευκαιρία λοιπόν να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα. Είναι όπως η Ελλάδα του 1944. Από την μία υπήρχε η αριστερά (ΕΑΜ κλπ) μαζί με μεγάλο κομμάτι του Κέντρου, που αμφισβητούσαν την πρόσδεση στον Αγγλοαμερικανικό άξονα. Την πρόσδεση δηλαδή στην Δύση, η οποία υπήρξε ο βασικός εθνικός άξονας από την Επανάσταση του 21. Για ποιούς λόγους ο καθένας δεν είναι της παρούσης. Κι από την άλλη υπήρχε η Δεξιά με ένα μικρό κομμάτι του Κέντρου, που ήταν υπέρ του Αγγλοαμερικανικού άξονα. Υπήρχε κι ένα κομμάτι της άκρας δεξιάς που ήταν εναντίον των Άγγλων, αλλά επειδή το μίσος τους προς τους κομμουνιστές ήταν μεγαλύτερο συντάχθηκαν με την Δεξιά. Τα πράγματα τότε ξεκαθάρισαν βίαια μέσα από τα Δεκεμβριανά και μετά με τον εμφύλιο.
Τώρα ουσιαστικά επιζητείται ο δεύτερος γύρος. Δεν θα είναι βίαιος, αλλά θα είναι τραγικός. Δύο χρόνια τώρα ζούμε την εισαγωγή του δράματος. Την Κυριακή θα ζήσουμε την πρώτη πράξη. Το ερώτημα είναι απλό. Θα αφήσουμε πάλι την αριστερά με τους χρήσιμους ηλίθιους να κυριαρχήσει στο επίπεδο των ιδεών; Ή θα βγούμε μπροστά με μιαν ξεκάθαρη απάντηση φιλοευρωπαϊκή. Και το παρεπόμενο ερώτημα είναι το εξής: δεδομένων των συνθηκών και των δυνάμεων των κομμάτων, ποιά παράταξη ρεαλιστικά μπορεί να τραβήξει μπροστά την χώρα για άλλη μια φορά μετά το 44; Στο σημερινό του άρθρο εδώ στο ΜΜ ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος κάνει δύο πράγματα. Από την μία αναλύει τις ελλείψεις της Δεξιάς παράταξης, αλλά και του αστικού κόσμου της χώρας συνολικά, σε ότι αφορά τις ιδέες του φιλελευθερισμού.
Αυτά σε μιαν ιστορική αναδρομή της τελευταίας τριακονταετίας. Από την άλλη αναγνωρίζει, όπως κι εγώ παραπάνω, την ανάγκη για μιαν ισχυρή (κεντρο)δεξιά παράταξη που θα αποτελέσει την κυβερνητική λύση στα αδιέξοδα της χώρας τώρα και στο μέλλον. Μια παράταξη που θα πρέπει να είναι υπεράνω προσώπων. Είναι δύσκολο στον φιλελεύθερο και συντηρητικό χώρο, σε αντίθεση με τον σοσιαλιστικό, να αρθούμε υπεράνω προσωπικών αισθημάτων για πρόσωπα. Το πρόσωπο, το άτομο άλλωστε είναι κεντρικό στην ιδεολογία μας. Πρέπει όμως να δούμε την παράταξη κυρίως ως μια συνισταμένη βασικών αρχών του συντηρητισμού και του φιλελευθερισμού με μιαν συγκεκριμένη ιστορική παράδοση πέρα από τα πρόσωπα και τις κατά καιρούς ηγετικές ομάδες. Πέρα από ελιτισμούς και λαϊκισμούς. Κακώς προσπαθήσαμε και προσπαθούμε να μιμηθούμε τους τρόπους της αριστεράς.
Κανείς δεν είναι αθώος αυτού του λάθους. Από την Δράση μέχρι την ΝΔ φλέρταραν με την αριστερή λογική των πραγμάτων. Αντιλαμβάνομαι την κυριαρχία του αριστερού λόγου στην ελληνική κοινωνία, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε τον αντίπαλο. Αντίπαλος είναι ο σοσιαλισμός, φαιός και κόκκινος. Δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί με τα δικά του όπλα. Τέλος σκοπός δεν είναι η διακυβέρνηση με κάθε τρόπο ως αυτοσκοπός. Αλλά η διακυβέρνηση της χώρας σε μιαν κατεύθυνση σεβασμού της ελευθερίας, της ατομικότητας, της φιλοπατρίας και του ευρωπαϊκού προσανατολισμού, που θα είναι πραγματική λαϊκή με την έννοια της εξόδου από την κρίση του απλού πολίτη. Έχουμε χρόνο να τα σκεφτούμε όλα αυτά και μετά την Κυριακή, όταν θ' αρχίσει η δεύτερη πράξη του ελληνικού δράματος. Όταν το αίτημα διακυβέρνησης θα τεθεί πιο καθαρά. Όταν θα μπει ως δίλημμα ξεκάθαρο: Εμείς ή αυτοί;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου